ξεντερίζω

ξεντερίζω
1. βγάζω τα έντερα, ξεκοιλιάζω
2. χτυπώ κάποιον στην κοιλιά με μαχαίρι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἐξ-εντερίζω, με σίγηση τού αρκτ. φωνήεντος (βλ. και λ. ξ[ε]- με στερ. σημ.)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • εξεντερίζω — και ξεντερίζω (Α ἐξεντερίζω) βγάζω τα έντερα αρχ. (για φυτά) βγάζω την εντεριώνη …   Dictionary of Greek

  • ξεντέρισμα — το [ξεντερίζω] 1. η αφαίρεση τών εντέρων από την κοιλιά 2. χτύπημα στην κοιλιά με μαχαίρι …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”